Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

Ντόναλντ Τραμπ και Στόρμι Ντάνιελς στα δικαστήρια

Ο Τραμπ κι  η Στόρμι Ντάνιελς είναι στα δικαστήρια

καθότι επεχείρησε, λεν, πρώτιστα και κύρια

τη σιωπή της πορνοστάρ να την εξαγοράσει

μήπως την προεκλογική καμπάνια του χαλάσει

σαν ήταν υποψήφιος διά την προεδρία

κι ότι χιλιάδες έδωσε σε τούτη την κυρία.

 

Τον είδε με τα σώβρακα κι αμέσως σοκαρίστηκε

και τη λαλιά της έχασε, η γλώσσα μπλοκαρίστηκε.

Ενώ ‘χει παίξει σ’ εκατόν πενήντα porn ταινίες

να δει τον Τραμπ με εσώρουχα θεώρησε αηδίες.

Αντίσταση δεν μπόρεσε, είπε, να του προβάλει

γιατί λόγω κατάστασης ήταν σε μαύρο χάλι.

 

Πιστεύει παραφυσικά ότι θωρεί φαινόμενα

αλλ’ όμως αναμφίβολα είναι ωραία γκόμενα.

Παρ’ ότι λέει το σπίτι της είν’ τάχα στοιχειωμένο

μαζί της όμως ημπορώ στο σπίτι αυτό να μένω.

Κι ας έρθουν τα φαντάσματα να με θωρούν εν δράσει

να τους ακούσω να λαλούν «αυτός ειν’ σ’ άλλη κλάση!»

Ακόμα διατείνεται «μιλά με τους νεκρούς»

και τούτο είναι γεγονός, μην πείτε είναι κουσκούς.

 

Τέτοια μωρά ποιος ημπορεί να μην τα συμπαθήσει

και να μην θέλει ευχάριστες στιγμές μ’ αυτά να ζήσει;

 

Εάν δεν με εκούρευαν χιλιάδες διακόσιες

θα κατακτούσα κάμποσες αμαρτωλές και όσιες.

Αλλά ο Τραμπ ευρέθηκε, εκατομμυριούχος,

να μας τρώει τις γκόμενες κι ας ήμουν ταλαντούχος

να γράφω ποίηση καλή μα σάτιρες κυρίως

άνκαι ενίοτε τινές λένε πως είμαι κρύος.       

 

  

Ο Κληρίδης αναθεωρεί την άποψή του περί Κύπρου ως Μπανανίας

 

Η Μπανανία κύριοι σ’ όλο το μεγαλείο

κι αυτό που λέω ασφαλώς είναι το πλέον λίο*.

Έξι χιλιάδες, νοίκιασε ένας χώρο, τον χρόνο,

από το κράτος ασφαλώς, όπως διαπιστώνω.

Αυτός το ενοικίασε πίσω πάλιν στο κράτος              

-μα είναι κράτος πέστε μου ή είναι παρακράτος;-

χιλιάδες εκατόν τριάκοντα και πέντε

όπως το παραδέχονται γνησίως, veramente.

Και αποθήκη έγινε ο χώρος των φαρμάκων,

που να τους εφαρμάκωνε του Άη Γιώργη ο δράκων,

γιατί η στέγη έμπαζε νερά ως λένε τώρα.

Την Καθαρά Δευτέρα, λεν, πλακώνει μία μπόρα

και φάρμακα που άξιζαν ένα εκατομμύριο

τα δύστυχα «αποδήμησαν, εν τέλει, εις τον Κύριο».

 

Παλιά, θυμάστε, βάλαμε τους servers στο υπόγειο

-at least ας τους εβάζαμε όλους εις του ισόγειο-

και μια μπόρα αχρήστεψε όλα τα δεδομένα

και οι πολίτες πλήρωσαν και πάλιν τα σπασμένα.

 

Ο νόμος των προσωπικών, θα πούνε, δεδομένων

δεν επιτρέπει να μας πουν και τον συγκεκριμένον

που νοίκιασε το κτίριο εις τον ιδιοκτήτη·

το λέω άλλη  μια φορά, πίσω στο κράτος, ήτοι.

 

Κι εσύ λαέ μου πλήρωνε, λαέ βασανισμένε

και λέγε όλα παν καλά, αλλέως molto bene**!

 

Άκουσα πως το έμαθε κι ο Γλαύκος εις τον Άδη

εκεί που πάλιν έπινε με φίλους, χθες το βράδυ,

και είπε κατεβάζοντας άλλη μια ζιβανία:

«Πιστεύω υπερέβημεν, μάλλον, την Μπανανία!»

 

 

*λίο: λίγο

**molto bene: πολύ καλά

 

 

Σάββατο 6 Απριλίου 2024

Της ιεράς μονής… συνέχεια

Εφθάσανε τα έργα τους μέχρι τη Σιγκαπούρη

και όντως ακριβολογώ δεν κάνω καλαμπούρι.

Ένας τους έδωσε εκατό, έδωσε πεντακόσια,

κι οι άλλοι ούτε ιερά είχανε ούτε όσια.

Μα ο θεός τους ήτανε, θαρρώ, ο Μαμμωνάς

και όλας κατατρόπωσαν του Άθω τας μονάς.

Στο χρηματοκιβώτιο χιλιάδες οκτακόσιες

κι όλες τις θεωρούσανε και ιερές και όσιες.

Μετέτρεψαν και τη μονή σε ζαχαροπλαστείο

κι αυτό που γράφω, φίλοι μου, δεν είναι καν αστείο.

Κι έτρεχε κάμποσος λαός να πάρει τα γλυκά του

να φάει προσευχόμενος για να δει την υγειά του.

Έκαναν δε και τον σταυρό να αναβλύζει μύρο

και εις τα επουράνια ανέβασαν τον τζίρο.

Κάποιες γριούλες τα ‘δωσαν και δεν είχαν να φάνε

αρκεί που στον Παράδεισο, τους είπανε, θα πάνε.

Άλλες τους μεταβίβασαν μέχρι και τα χωράφια

και δεν είχαν μιαν τελετή να κάνουν επιτάφια!

 

Ο Πάφου ο Χρυσόστομος είχε το πόδι στήσει

και τη μονή δεν ήθελε τότε να ευλογήσει.

Όλες αυτές τις λαμογιές πάντα τις κυνηγούσε

άνκαι ένα μέρος του λαού εσιγομουρμουρούσε.

«Στην Πάφο οι εικόνες μας ποτέ τους δεν δακρύζουν

ούτε και μύρο ασφαλώς ποτέ δεν αναβλύζουν»

έλεγε όταν θαύματα αλλού κάναν εικόνες

-όπερ γινόταν ασφαλώς πάντα, εις τους αιώνες.

 

Εμείς στην Πάφο, ξέρετε, είμαστε άλλο κράμα

κι εύκολα δεν δεχόμαστε του καθενός το θάμα.

Τον Παύλο τον εσύραμε, ως λεν, εκόντα άκοντα,

τον δέσαμε, του δώσαμε παρά μια τεσσαράκοντα*!

Και έκτοτε μας κυνηγά του Παύλου η κατάρα

και μέσα μέσα τρώγουμε καμια γερή σφαλιάρα!

 

-------------------------------------

*τεσσαράκοντα παρὰ μίαν: Από την ιουδαϊκή παράδοση που δεν έπρεπε τα κτυπήματα με το μαστίγιο να υπερβαίνουν τα 40. Επειδή στις τιμωρίες χρησιμοποιείτο συνήθως το φραγγέλιο με 3 απολήξεις, δίνονταν 13 μαστιγώσεις στους τιμωρούμενος με αυτό, οπότε συνολικά 13 × 3 = 39 χτυπήματα – πληγές στην πλάτη, δηλαδή σαράντα πλην μίας, ώστε να μην γίνει υπέρβαση του επιτρεπόμενου ορίου.

  

Του όσιου Αββακούμ

Μετέτρεψαν οίκον θεού σε οίκον εμπορίου,

εξελιγμένον βέβαια, μέσω διαδικτύου.

Εικόνες τροποποίησαν να αναβλύζουν μύρο

κι έτσι αυξήσανε πολύ τον ιερό τους τζίρο.

Ταξίδια διοργάνωναν σ’ αγιασμένους τόπους,

εκεί που κάθε άγιος ήταν όντως γυμνόπους.

Εις τους πιστούς εμοίραζαν,  λέγεται, και κουπόνια,

και έκαναν κι εξορκισμούς να διώξουν τα δαιμόνια!

Και τρέχανε οι αφελείς να σώσουν την ψυχή τους

μα τελικά κατάφερναν ν’ αδειάσουν το πουγκί τους.

 

Καλά οι προϊστάμενοι τι έκαμναν, να μάθω.

Νόμισαν ότι έφεραν εις το νησί τον Άθω;

Έβλεπαν κάμποσους πιστούς εκεί να συνωστίζονται

και χαίρονταν, φαντάζομαι, αντί να δαιμονίζονται;

Μα τώρα τα ιμάτια άκουσα ότι σκίζουν

και να στείλουν στη φυλακή τους μοναχούς πασχίζουν.

 

Αυτά συνέβαιναν από αρχαιοτάτων χρόνων

και ο κανόνας ήτανε στο διάβα των αιώνων.

Πόσα λεφτά εχάθησαν σε εικονογραφήσεις!

Τέτοια ήταν ανέκαθεν η ανθρωπίνη φύσις!

Πόσα λεφτά εχάθησαν μέσα από τα ιδρύματα

και σε παπά κατέληγαν, ως λέγεται, τα χρήματα;

Πόσα λεφτά εχάθησαν από πολλούς εράνους

κι ας πούνε κάποιοι έγινα εσχάτως και παράνους.

Πιστεύαμε οι Ορθόδοξοι πως πάντα υπερέχουμε

και από τέτοιους πειρασμούς πάντοτε πως απέχουμε.

Παρέμεινε η ίδια στο διάβα των αιώνων

η φύση η ανθρώπινη, προγόνων κι απογόνων.

 

Από μονή που ήτανε του όσιου Αβακούμ

θαρρώ πως μετατράπηκε σε όσιου… Αλαλούμ!

 

  

Παρασκευή 5 Απριλίου 2024

Ο Κληρίδης αναθεωρεί την άποψή του περί Κύπρου ως Μπανανίας

Η Μπανανία κύριοι σ’ όλο το μεγαλείο

κι αυτό που λέω ασφαλώς είναι το πλέον λίο*.

Έξι χιλιάδες, νοίκιασε ένας χώρο, τον χρόνο,

από το κράτος ασφαλώς, όπως διαπιστώνω.

Αυτός το ενοικίασε πίσω πάλιν στο κράτος              

-μα είναι κράτος πέστε μου ή είναι παρακράτος;-

χιλιάδες εκατόν τριάκοντα και πέντε

όπως το παραδέχονται γνησίως, veramente.

Και αποθήκη έγινε ο χώρος των φαρμάκων,

που να τους εφαρμάκωνε του Άη Γιώργη ο δράκων,

γιατί η στέγη έμπαζε νερά ως λένε τώρα.

Την Καθαρά Δευτέρα, λεν, πλακώνει μία μπόρα

και φάρμακα που άξιζαν ένα εκατομμύριο

τα δύστυχα «αποδήμησαν, εν τέλει, εις τον Κύριο».

 

Παλιά, θυμάστε, βάλαμε τους servers στο υπόγειο

-at least ας τους εβάζαμε όλους εις του ισόγειο-

και μια μπόρα αχρήστεψε όλα τα δεδομένα

και οι πολίτες πλήρωσαν και πάλιν τα σπασμένα.

 

Ο νόμος των προσωπικών, θα πούνε, δεδομένων

δεν επιτρέπει να μας πουν και τον συγκεκριμένον

που νοίκιασε το κτίριο εις τον ιδιοκτήτη·

το λέω άλλη  μια φορά, πίσω στο κράτος, ήτοι.

 

Κι εσύ λαέ μου πλήρωνε, λαέ βασανισμένε

και λέγε όλα παν καλά, αλλέως molto bene**!

 

Άκουσα πως το έμαθε κι ο Γλαύκος εις τον Άδη

εκεί που πάλιν έπινε με φίλους, χθες το βράδυ,

και είπε κατεβάζοντας άλλη μια ζιβανία:

«Πιστεύω υπερέβημεν, μάλλον, την Μπανανία!»

 

 

*λίο: λίγο

**molto bene: πολύ καλά

  

Κυριακή 3 Μαρτίου 2024

Του ασώτου υιού

 

Χρόνια πολλά σου εύχομαι, αγαπητέ Αντρέα,

σήμερα που γιορτάζετε, και να περνάτε ωραία.

Εις την αρχή ήμουν σεμνό, σεμνό παπαδοπαίδι

και όντως εκοκκίνιζα σαν έβλεπα μια λαίδη.

Ο νους μου εις το διάβασμα, να παίρνω εικοσάρια,

να γράφω κάνα ποίημα και να περνώ μακάρια.

Ετύγχανε να ήμουνα και ο σημαιοφόρος·

δεν άφηνα πλησίον μου να ‘ρθει ο Εωσφόρος.

Πήγα μετά εις τον στρατό, στην Αεροπορία,

και να πετώ σαν έβλεπα μίαν κομψή κυρία.

Και για να μην πολυλογώ, περνούσαμε ωραία

κι ας πούνε κάποιοι, τάχατε, φερόμουνα ακραία.

 

Έρχεται η απόλυση, πηγαίνω στην Αθήνα

και εις το σπίτι έφθασε γράμμα τον πρώτο μήνα.

Τ’ ανοίγει ο πατέρας μου δίπλα από την μητέρα

που τα καλάθια έπλεκε και νύχτα και ημέρα.

(Καλάθια έπλεκα κι εγώ πάντα τα καλοκαίρια

να βγάζουμε τα δίδακτρα, ήταν τότε μιζέρια).

Άρχισε και το διάβαζε κάπως χαμηλοφώνως

να μην ακούει η γειτονιά και το χωριό συγχρόνως.      

 

Τέλειωσε την ανάγνωση και δίπλωσε το γράμμα

και λέει αναστενάζοντας, στη μάνα μου, συνάμα:

-Ακούεις τον τι έκαμνε ο γιος σου ο κανακάρης;

«Καλός καλός ο χοίρος μας κι εβγήκε χαλαζιάρης*!»

 

----------------------------

*Χαλαζάρης = χάλαζα, ζωϊκόν παράσιτον των μυών του χοίρου, μεταδιδόμενον και εις τον άνθρωπον δια της εδωδής χαλαζοφόρου χοιρείου κρέατος, τρωγομένου ιδίως ωμού εν μορφή χοιρομοιρίων. Λίαν επικίνδυνον εις τον άνθρωπον και χοίρον (Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας)

 

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2024

Απόλλων και Μάρπησσα

 

Σερφάρων εις το Facebook τη Μάρπησσα θωρώ

κι αμέσως αναφώνησα «θεέ μου τι μωρό»!

Ανοίγω ευθύς λογαριασμό, λέγομαι, γράφω, Απόλλων

κι ένιωθα ο πιο όμορφος μέσα στον κόσμον όλον.     

Αιτούμαι τη φιλία της χωρίς καθυστερήσεις

και της τονίζω «επιθυμώ τάχιστα ν᾿ απαντήσεις».

«Ήρθες» μου λέει δεύτερος «τα έχω  με τον Ίδα».

«Εγώ» της λέω «Μάρπισσα, τον Ίδα σου ουκ  οίδα.

Ίδα για μένα δεν έχει, εγώ σε θέλω πάντως                          

και σε ποθώ πάρα πολύ, ως λένε, ακραδάντως».

 

Τα ξέρασε στον φίλο της κι εκείνος τις φοβέρες

άρχισε και μου έλεγε πως θα με φαν οι σφαίρες.

Μα τα πυρά ανταπέδιδα, του ᾿λεγα θα την πάρω

και δεν φοβούμαι τον Θεό, και δεν φοβούμαι Χάρο.

«Να την ξεχάσεις» του ᾿λεγα «τη Μάρπησσα τη θέλω

κι αν συνεχίσεις, μάθε το, στον Άδη σ᾿ αποστέλλω».

 

Ο Ίδας είχε στριμωχτεί κι ακούστε αηδία

πήγε και με κατάγγειλε στου Facebook τον Δία.

Πως τάχα σεξουαλικώς παρενοχλώ την κόρη

και να την κάνω πεθυμώ γκόμενα με το ζόρι.

 

Ο Δίας επροσκάλεσε να έρθει και η κόρη

κι ήρθε ντυμένη έξαλλα, θα ᾿σερνε και βαπόρι!

Πώς δεν θα επηρέαζε και του Δία την κρίση

και με την μέγιστη ποινή να μην με τιμωρήσει;

Ερώτησε τη Μάρπησσα -στημένη ήταν η δίκη-

σε ποιον εν τέλει εκ των δυο επιθυμεί ν᾿ ανήκει.

«Εγώ» λέει η Μάρπησσα «επιθυμώ τον Ίδα.

Σύντομα ο άλλος θα χαθεί κι αν τον είδες τον είδα».

 

Ο Δίας μου επέβαλε αποκλεισμό ισόβιο

κι έλα να δείξεις, αν μπορείς, υπομονή Ιώβειο!