ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, Ἱππῆς, 1057
Κάποτε, φίλοι, είχαμε, θυμάστε, ένα κράτος.
Απέμεινέ μας το μισό, το άλλο ψευδοκράτος.
Είπαμε να αλλάξουμε κάτι λίγα σημεία
στο Σύνταγμα και πάθαμε, ως βλέπετε, ζημία.
Εξέγερση συνέβηκε στο σύνοικο στοιχείο
όπως που να κερδίσαμε στο ΛΟΤΤΟ το λαχείο.
Τις λύσεις απορρίπταμε τη μια μετά την άλλη
κι είμαστε τώρα, φαίνεται, στο μαύρο μας το χάλι.
Εκεί που επηγαίναμε να πούμε ναι στη λύση
ερχόταν κάποιος τελικά να μας το διαλύσει.
Είπε να ενδιαφερθεί μια μέρα και η μάνα
άνκαι νομίζω ήτανε τότε σαν παραμάνα.
Ήρθε μια εγγυήτρια τάχατες να μας σώσει
αλλά βολή χαριστική στο τέλος θα μας δώσει.
Ελληνοκύπριε, μπορείς τον πόλεμο να κάνεις;
«Χέσαιτο ή μαχέσαιτο» λέγει κι ο Αριστοφάνης.
ΑΛ. τοῦτό γέ τοι Παφλαγὼν παρεκινδύνευσε μεθυσθείς.
Κεκροπίδη κακόβουλε, τί τοῦθ᾽ ἡγεῖ μέγα τοὔργον; 1055
καί κε γυνὴ φέροι ἄχθος, ἐπεί κεν ἀνὴρ ἀναθείη·
ἀλλ᾽ οὐκ ἂν μαχέσαιτο· χέσαιτο γάρ, εἰ μαχέσαιτο.
ΑΛΛ. Πα στο μεθύσι ο Παφλαγών τον κίντυνο φορτώθη.
«Χαρά στο πράμα, αστόχαστο του Κέκροπα βλαστάρι·
και μια γυναίκα φόρτωμα, αν της το βάλει ο άντρας,
θα φορτωνόταν μια χαρά, μα άλλο να δώσει μάχη·
γιατ᾽ έτσι και μαχότανε, σίγουρα θα χεζότανε».
ΑΛ. Αλλαντοπώλης
Μετάφραση Ηλίας Σ. Σπυρόπουλος