Δευτέρα 23 Αυγούστου 2021

Τοίχος κλειστός

                                                             Δημοσιεύτηκε το 2011         

Λίγες ημέρες πέρασαν που έκλεισα τον τοίχο

και μόνος τώρα βρίσκομαι εδώ και ξεροβήχω.

Στον τοίχο τώρα επικρατεί μία μονοτονία

και μένα με κατέλαβε η πλήξη κι η ανία.

Μου έλειψαν τα δώρα σας, μου ᾿λειψαν τα λουλούδια

μου ᾿λειψαν οι καφέδες σας, μου ᾿λειψαν τα τραγούδια.

Αυτό πια δεν λογίζεται του Facebook ο τοίχος·

νομίζω εκατάντησεν το Σινικό το Τείχος.

Εκεί  που πρώτα έσφυζε ο έρωτας, το πάθος

εκεί που δυσκολεύεσο να εύρεις ένα  λάθος,

που της  φιλίας ήτανε ο Παρνασσός, ο Άθως

τύφλα είχε η Μύκονος, τύφλα είχε η Σκιάθος,

κοίτα πώς εκατάντησε, η έρημος Σαχάρα

κι αναρωτιέμαι ειλικρινά ποιος μου ᾿βαλε κατάρα.

Άκρα του τάφου σιωπή στον τοίχο βασιλεύει

εκεί που πριν υπέβαλλαν τόσες πολλές τα σέβη.

Πολλές φίλες μου έκοψαν κι αυτή την καλημέρα

και άλλες θα με σκότωναν νομίζω με μια σφαίρα.

Νομίζω εκατάντησεν σκέτο αναγνωστήριο

κι οι σάτιρές μου βρίσκονται σε απομονωτήριο.

Γι᾿ αυτό, λοιπόν, και βρίσκομαι σε δίλημμα μεγάλο

εάν από τον τοίχο μου την κλειδαριά θα βγάλω.

Από την άλλη σκέφτομαι ως Κύπριος και Πάφιος

απ᾿ τα λουλούδια τα πολλά μην γίνει… Επιτάφιος!

 


Τετάρτη 18 Αυγούστου 2021

Το κλείσιμο του τοίχου

                                   ( Η σάτιρα δημοσιεύτηκε το 2011)

Μπαίνοντας εις το Facebook μου άρεσαν τα δώρα

και έπαιρνα και έστελλα, πήρα μεγάλη φόρα.

«Fantasy Art» τα έλεγαν και «You are special» κι άλλα

«only for you» και «love to you», λόγια πολύ μεγάλα.

Άλλα πολλά μου έδειχναν φιλιά και περιπτύξεις

και άλλα διφορούμενα, που λεν, ήξεις αφίξεις.

Άλλες βάζαν στον τοίχο μου και κάτι ερωτήματα

και έπαιρνες κάτι τρελά, σου λέω, απαντήματα.

Είχε και κάτι εφαρμογές, «sweet dream» τις ελέγαν

σε πειρασμό με βάζανε, ομολογώ, ναι μέγαν.

Εμέ, το τέκνον του παπά, που λεν παπαδοπαίδι

γι᾿ αυτό, λοιπόν, και σκέφτηκα να βάλω τροχοπέδη.

Μια φίλη μου εφώναξε «το ᾿κανες λουλουδάδικο»

και τώρα που το σκέφτομαι δεν της ευρίσκω άδικο.

«Τι τα ᾿θελες και έμπλεξες, φίλε μου, με τα δώρα

αχ κούνια που σε κούναγε, Αντρέα, και αιώρα.

Εσύ που είσαι κύριος, μιας κάποιας ηλικίας

και είσαι και της τάξεως της καθεστηκυίας,

τι θέλεις και εμπλέκεσαι» μου είπε «με λουλούδια,

με αγκαλίτσες και φιλιά, δαίμονες κι αγγελούδια;

Οι στίχοι σου οι όμορφοι, οι τόσο μυρωμένοι

ανάμεσα στα λούλουδα να βρίσκονται κρυμμένοι»;

Και άλλη φίλη δεύτερη που εκτιμώ τα μάλα

μου θύμωσε ευγενικά, «χρειάζεσαι κρεμάλα».

Έτσι κι εγώ αποφάσισα και έκλεισα τον τοίχο

και θ᾿ απομείνω μοναχός τα δάκτυλα να λείχω.