«Σταμάτα
να εκδίδεσαι στους διαφόρους οίκους
και να κατασπαράσσεσαι από τους άγριους
λύκους.
Έλα κι εσύ στο φέισμπουκ, εδώ να αναρτείσαι
και να σου λεν τι ποιητής μεγάλος, τέκνον, είσαι».
Αυτά είπεν ο φίλος μου και δίσταζα ακόμη
μα τελικά υιοθέτησα
την ιδική του γνώμη.
Με το που μπήκα, στην αρχή τα ’χα λίγο χαμένα
μα καθ’ οδόν εγίνοντο όλα ονειρεμένα!
Λέγομαι, είπα, Άδωνις ετών εικοσιπέντε·
σιγά που θα φανέρωνα πως είμαι εξηνταπέντε.
Φωτογραφίες έψαξα και βρήκα στο συρτάρι
τότε που ήμουν φοιτητής, που ήμουν παλληκάρι.
Τις έβαλα στον τοίχο μου κι είχα σουξέ μεγάλο
κι έλεγα από μέσα μου «το φέισμπουκ εάλω!»
Αιτήματα μου έστελλαν, η μια μετά την άλλη,
φιλίας, και με τύλιγε ζάλη και παραζάλη.
Τους άρρενες απέρριπτα για λόγους ευνοήτους·
και να τους εδεχόμουνα τι θα ’κανα μαζί τους.
Έτσι ο τοίχος έγινε τοίχος μάλλον θηλέων
και είχα καθιερωθεί ως Καζανόβας πλέον.
Είχα τον τοίχο ανοικτό και γέμισε λουλούδια
κι ενίοτε μου έστελλαν κι ερωτικά τραγούδια.
Μηνύματα μου στέλλανε πολλές ιδιαιτέρως
ιδίως όσες κτύπησε σφοδρότατα ο έρως.
Μίαν ημέρα μου ’γραψε μια κάποια Αφροδίτη:
«Άδωνι, σ’ ερωτεύτηκα και είμαι κι από σπίτι.
Έλα λοιπόν να έχουμε απόλαυση ερώτων
προτού εις τον κατάλογο μπούμε των τεθνεώτων».
Πολύ με εκολάκευσε η πρόταση της νέας
κι από χαρά κινδύνευσα να βρέξω τας σκελέας.
Μηνύματα ανταλλάσσαμε απ’ το πρωί ώς το βράδυ
κι εκείνη, λόγω έρωτος, δεν μου ’βρισκε ψεγάδι.
Έτσι με τα μηνύματα γοργά κυλούσε ο χρόνος
κι ορίστηκε συνάντηση κάπου εις την Κλαυθμώνος.
Έβαλα τα ωραία μου, στάθηκα στη γωνία
κι έλεγα πότε θα φανεί, γεμάτος αγωνία.
Σε λίγο εκατέφθασε, θεά, η Αφροδίτη
Εκοίταξε δεξιά ζερβά
μήπως με εντοπίσει
κι από το άγχος
ένιωθα πως είχα παραλύσει.
Απλά της χαμογέλασα, με κοίταξε πλαγίως,
είδε και τη φαλάκρα μου, γέλασε
υπογείως.
Έψαχνε για τον Άδωνι … και πήγε πάρα κάτω
κι απόμεινα να την κοιτώ σαν τον βρεγμένο γάτο.
Μα όταν πίσω γύρισε είπα να της μιλήσω,
αμέσως να φανερωθώ και να την ηρεμήσω:
«Εγώ είμαι ο
Άδωνις», της είπα, «Αφροδίτη».
«Εσύ ’σαι;», μόλις πρόλαβε να πει, «μωρέ αλήτη;»
κι όπως μπροστά της να ’βλεπε ξάφνου τον Εωσφόρο
έπεσε κάτω αναίσθητη … κι ήρθε τ’ ασθενοφόρο!
Πρώτο βραβείο,
15ος Λογοτεχνικός
Διαγωνισμός (σατιρική ποίηση),
Εταιρεία Τεχνών Επιστήμης και Πολιτισμού
Κερατσινίου
Εξαιρετικό!!!! Χαρακτηρίζει την εποχή μας!!! Συγχαρητήρια Ανδρέα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραίο , όπω ακριβώς συμβαίνει.
Διαγραφή!!!!!!!!!!
Παρα πολύ ωραίο.!!Ετσι ακριβώς συμβαίνει.!! Το πλείστον..
ΑπάντησηΔιαγραφή