Μόλις
την πόρτα άνοιξε και μου ᾿πεν έλα μέσα
αμέσως
την εκοίταξα στα μάτια την μπαμπέσα
και
είπα από μέσα μου εσύ είσαι πειρασμός
και
δεν σε πιάνουν οι ευχές ούτε αγιασμός.
Πιο
κάτω δεν εκοίταζα, φοβόμουν μην ενδώσω
και
την ψυχή την άσπιλη στο σατανά τη δώσω.
Μα
όλα της επέμεναν, χείλη, μάτια και στήθη
κι
έλεγα από μέσα μου «ώ τι καιροί, τι ήθη!»
Εκοίταξα
τις ρώγες της ολίγον φευγαλέα
κι
είδα πως με ανέμεναν αρκούντως πειναλέα.
Όμως
στο νου μου έφερα τις κρίσεως τη μέρα
και
κάνοντας μεταβολή έφυγα σαν τη σφαίρα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου