Από μικρός φαινόμουνα
πως θα γενώ ατσίδα
κι ας λένε κάποιοι
σήμερα μου λάσκαρε η βίδα.
Εις τα σχολεία ήμουνα
όντως μία διάνοια
άσχετα αν τώρα έκανε
εμφάνιση κι η άνοια.
Σ’ όλες τις τάξεις
άριστα, στα Gyms* δεκαεπτά
γιατί κάποια αθλήματα δεν τα ‘κανα σωστά.
Δεν μ’ έκαναν Επίτροπο,
ένα Σύμβουλον έστω
αφού όταν το ζήτησα μου
είπαν: άσ’ το, χέστο!
(Πώς να γενώ Επίτροπος
χωρίς πτυχία ψεύτικα;
Μία ζωή ολόκληρη μου
εσφυρίζαν κλέφτικα!).
Αλλά τόση απρέπεια προς
έναν ταλαντούχο;
Ας μ’ έπαιρναν κι ας μ’
είχανε, έστω, συμβασιούχο.
Μέχρι το Master έφθασα, όχι στο δοκτοράτο
και έτσι δεν κατάφερα να
πάω πάρα κάτω.
Κι όταν αντρέσα μου
‘δωσε ο φίλος κι είπε: «Να το.
Στείλε λεφτά και έρχεται
ευθύς το δοκτοράτο»,
εγω ο βλαξ αγνόησα την
προτροπή του φίλου
και σήμερα κρεμάμενος
απέμεινα επί ξύλου!
Ήθελα να ‘μουν πάντοτε
ένας αυθεντικός
στην ποίηση, στη σάτιρα,
γράμματα γενικώς.
Και η γυναίκα ήθελα να είναι αυθεντία
κι ένας εργένης έμεινα
μέχρι τα γηρατεία.
Εξέδωσες, Αντρέα μου, κι
εσύ κάτι βιβλία
που δεν τα βρίσκεις
πουθενά στα βιβλιοπωλεία.
Η νήσος δεν μου έδωσε ποτέ ένα βραβείο
μ’ αβίωτο, η άτιμη, μου
έκανε τον βίο.
Τους υπουργούς θα έπρεπε εγώ να συμβουλεύω
αντί ψύλλους μέσ’ στ’ άχυρα τώρα να πασπατεύω.
Φεύγω, λοιπόν, όπως
θωρώ, τα φώτα μου θα σβήσουν
χωρίς ποτέ αόμματο κανένα να φωτίσουν.
Θα πούνε ότι κύμβαλον
ήμουνα αλαλάζον
κι εγώ ρόδον ενόμιζα πως
ήμουνα στο βάζον!
*Gyms: Γυμναστική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου