Έστω και αν διαβάσατε του κόσμου τα βιβλία,
όση και αν κατέχετε, νομίζετε, σοφία
υπάρχει περιθώριο να βάλετε και άλλη
μέσ’ στο σεπτό σας κύριοι, κυρίες μου, κεφάλι.
Τούτο θα το πετύχετε χωρίς αμφιβολία
‘γοράζοντας το πόνημα με πάσαν ευκολία
του κουρεμένου φίλου σας ονόματι Αντρέας
και μην βρείτε τις σκέψεις μου, παρακαλώ, ακραίας.
Όθεν μ’ ένα δεκάρικο, της έκπτωσης παρούσης,
της γκρίνιας οπωσδήποτε, παρακαλώ απούσης,
λαμβάνετε το πόνημα αυθημερόν στο χέρι
και η ψυχή θ’ αγάλλεται, σας λεω, και θα χαίρει.
Στο πόνημα ευρίσκεται σοφία των προγόνων
που γενεές εφώτισε στο διάβα των αιώνων
να διαφέρει, έκανε τον άνθρωπον, των όνων
ήτινα και συνέλεξα μετά κόπων και πόνων.
Αυτό μήπως δεν έλεγε και η αρχαία ρήσις
«θα σε πλακώσει η οικία σου εάν δεν τη φημίσεις;»
Διαβάζοντας θα γίνετε ανώτεροι εκείνων
που στους αιώνες δόξασαν το γένος των Ελλήνων!
Και πάλιν νύχτα γράφτηκε, εν μέσω της νυκτός,
κι ας πούνε κάποιοι βρίσκομαι της λογικής εκτός.
Μετά από μίαν έκκληση τέτοιαν αγωνιώδη
πορείαν το βιβλίο μου θα ‘χει μεγαλειώδη!